Τον Μάρτιο του 1912 η Σερβία και η Βουλγαρία με την έγκριση της Γερμανίας υπέγραψαν συμμαχία εναντίον της Οθωμανικής αυτοκρατορίας. Βάσει της συμφωνίας σε περίπτωση νίκης επί των Τούρκων, η Βουλγαρία θα προσαρτούσε τα εδάφη ανατολικά του Στρυμώνα, η Σερβία τα εδάφη βόρεια του όρους Σκάρδος. Οι δύο χώρες δεν κατάφεραν να συμφωνήσουν για το μοίρασμα των εδαφών της Μακεδονίας. Στην συμμαχία προστέθηκε αργότερα και το Μαυροβούνιο.
Ο Ελευθέριος Βενιζέλος που ήταν τότε πρωθυπουργός της Ελλάδας, θεωρώντας ότι, αν ξεσπάσει ένοπλη σύγκρουση στα Βαλκάνια χωρίς Ελληνική συμμετοχή θα χανόταν για πάντα η δυνατότητα να υλοποιηθούν οι ελληνικές εθνικές διεκδικήσεις στη Μακεδονία και τη Θράκη, υπέγραψε τον Μάιο του 1912 αμυντική συμμαχία με τη Βουλγαρία. Οι δύο χώρες επίσης δεν κατάφεραν να συμφωνήσουν για το μοίρασμα των εδαφών της Μακεδονίας και συναίνεσαν απλώς στο να κρατήσει κάθε χώρα όσα εδάφη θα κατάφερνε να αποσπάσει από την Οθωμανική αυτοκρατορία. Ένας παράγοντας που ώθησε την Βουλγαρική ηγεσία να δεχθεί τέτοιου είδους συμφωνία ήταν το γεγονός πως η ήττα της Ελλάδας κατά τον Ελληνοτουρκικό πόλεμο του 1897 είχε δημιουργήσει στους υπολοίπους Βαλκάνιους την πεποίθηση ότι ο Ελληνικός Στρατός δεν αποτελούσε υπολογίσιμο παράγοντα. Οι Βούλγαροι οι οποίοι θεωρούσαν ότι είναι «οι Πρώσοι των Βαλκανίων» πίστευαν ότι στην καλύτερη περίπτωση ο Ελληνικός Στρατός θα κολλούσε στα σύνορα ή θα σημείωνε λίγες τοπικές επιτυχίες χωρίς πάντως να μπορέσει να διεκδικήσει με αξιώσεις εδάφη που αποτελούσαν στόχο της Βουλγαρίας. Δέχθηκαν όμως την συμμαχία με την Ελλάδα επειδή πίστευαν στο αξιόμαχο του Ελληνικού στόλου, ο οποίος είχε την δυνατότητα να εμποδίσει την μεταφορά ενισχύσεων από τα λιμάνια της Μικράς Ασίας προς την Ευρωπαϊκή Τουρκία, όπως και πράγματι έκανε.
Με τις τολμηρές του διπλωματικές πρωτοβουλίες ο Βενιζέλος ήρθε σε αντίθεση με την ηγεσία του Υπουργείου Εξωτερικών, το οποίο (όπως και ο Ίων Δραγούμης) λόγω και του πρόσφατου Μακεδονικού αγώνα θεωρούσε πιο επικίνδυνο αντίπαλο την Βουλγαρία και εξέταζε την περίπτωση συμμαχίας με την Τουρκία. Με δεδομένη την πρόσφατη περίοδο του Μακεδονικού αγώνα, την αντιπαλότητα με τη Βουλγαρία και γενικότερα με τους φορείς των ιδεών του πανσλαβισμού, στην ελληνική πολιτική ζωή κυριαρχούσε από τα τέλη του 19ου αιώνα η ιδέα του σλαβικού κινδύνου. Η Ελλάδα αντιμετώπιζε το δίλημμα εάν θα ήταν προτιμότερη η συμμαχία με τους Χριστιανούς Σλάβους εναντίον των Τούρκων ή εάν η σλαβική απειλή ήταν τόσο επικίνδυνη ώστε θα έπρεπε να προτιμηθεί η συμμαχία με την καταρρέουσα Οθωμανική αυτοκρατορία, η οποία μετεξελισσόμενη θα μπορούσε ίσως και να κυβερνηθεί από Έλληνες.
Ο καταστροφικός πόλεμος του 1897 είχε επηρεάσει πολλούς, ανάμεσα τους και τον Ίωνα Δραγούμη ο οποίος θεώρησε ότι το Ελληνικό κράτος είχε αποτύχει και ότι η πρόοδος του Ελληνισμού θα έπρεπε να αναζητηθεί με μία αυτοκρατορική λογική μέσα στην Οθωμανική Αυτοκρατορία. Οι απόψεις αυτές φτάνουν στο αποκορύφωμά τους λίγο πριν τους Βαλκανικούς Πολέμους όταν ο Ίων Δραγούμης απογοητευμένος από το Ελληνικό κράτος μιλάει πιο ιδεαλιστικά για «ανατολικό κράτος», απαξιώνοντας «το κρατίδιον», όπως αποκαλούσε την Ελλάδα. Αντίθετα ο Βενιζέλος, τέκνο της Κρήτης η οποία είχε μόλις πρόσφατα αποκτήσει την αυτονομία της, εμφανιζόταν περισσότερο ως οπαδός του κλασσικού αλυτρωτισμού του 19ου αιώνα. Θέτοντας δε ως άμεσο στόχο την απελευθέρωση των Οθωμανικών κτήσεων στην Ευρώπη, χωρίς μάλιστα προηγούμενη συμφωνία για το μοίρασμα τους, άλλαξε άρδην την εξωτερική πολιτική. Η επιλογή του Βενιζέλου για συμμαχία με τη Βουλγαρία αποτελούσε μεγάλη τομή ειδικά για την παλιά γενιά του μακεδονικού αγώνα. Τελικά ο κρητικός πολιτικός κατάφερε να υπερνικήσει τις αντιδράσεις της διπλωματικής γραφειοκρατίας, φροντίζοντας ταυτόχρονα να καταστήσει την χώρα ετοιμοπόλεμη, ώστε να μην επαναληφθεί η τραυματική εμπειρία του 1897.
Η αλήθεια είναι ότι μετά την επανάσταση στο Γουδί ο Ελληνικός στρατός είχε βελτιώσει με πολύ γρήγορους ρυθμούς το επίπεδο εκπαιδεύσεως με την άφιξη ξένων (Γαλλικών) εκπαιδευτικών αποστολών, είχε ανανεώσει και εκσυγχρονίσει τον εξοπλισμό του, και είχε διοικητικά αναδιοργανωθεί με την βελτίωση του συστήματος των προαγωγών των αξιωματικών και την απομάκρυνση των Βασιλοπαίδων από την ηγεσία. Ταυτόχρονα τέθηκε σε εφαρμογή και το πρόγραμμα εκσυγχρονισμού του στόλου με αποκορύφωμα την αγορά του Θωρηκτού «Αβέρωφ».
Οι Βαλκανικοί Πόλεμοι ήταν δύο πόλεμοι που έγιναν στα Βαλκάνια το 1912-1913 στους οποίους αρχικά η Βαλκανική Συμμαχία (Σερβία, Μαυροβούνιο, Ελλάδα και Βουλγαρία) επιτέθηκαν και απέσπασαν από την Οθωμανική Αυτοκρατορία την Μακεδονία και το μεγαλύτερο μέρος της Θράκης, ενώ στη συνέχεια, μετά τις διαφωνίες μεταξύ των νικητών για τον τελικό διαμοιρασμό των εδαφών, ξέσπασε δεύτερος πόλεμος από τον οποίο εξήλθε ηττημένη η Βουλγαρία, χάνοντας το μεγαλύτερο μέρος των εδαφών που είχε αρχικά κατακτήσει.
Βάνδαλοι ονομάστηκαν στους πρώτους χριστιανικούς χρόνους διάφορες γερμανικές φυλές και ιδιαίτερα οι Χάστιγκς και οι Σίλιγκς. Στα τέλη του τετάρτου αιώνα μ.Χ. οι Βάνδαλοι μαζί με τους Αλανούς, μία νομαδική φυλή ιρανικής καταγωγής, ανέβηκαν τον ποταμό Δούναβη μέχρι τις πηγές του και τελικά ξεχύθηκαν στη Γαλατία και την λεηλάτησαν.
Κατόπιν πέρασαν στην Ιβηρική χερσόνησο και εγκαταστάθηκαν εκεί, αφού μοίρασαν τη χώρα σε ομόσπονδες συμμαχίες: Στην Ισπανία τους χτύπησαν οι Βησιγότθοι με εντολή των Ρωμαίων, που έβλεπαν με άσχημο μάτι το ότι άρχισαν να μειώνονται οι κτήσεις τους. Έτσι οι βάνδαλοι με αρχηγό τον Γκιζέριχο ή Γιζέριχο αναγκάστηκαν να περάσουν στην Αφρική.
Το 439 μ.Χ., μετά από πολλούς αγώνες, κατέλαβαν την Καρχηδόνα και την έκαναν πρωτεύουσά τους. Δημιούργησαν στόλο και άρχισαν πειρατικές επιδρομές που έφτασαν μέχρι και την Ελλάδα. Το Βυζάντιο έστειλε εναντίον τους τον στρατηγό Άσπαρ με στρατό, χωρίς όμως αποτέλεσμα. Ο Γιζέριχος, το 455, με γερό πειρατικό στόλο ήρθε στην Ιταλία και κατέλαβε τη Ρώμη. Οι στρατιώτες του λεηλάτησαν την πόλη δύο βδομάδες και κατάστρεψαν με αγριότητα όλα τα έργα τέχνης: οικοδομήματα, αγάλματα, κομψοτεχνήματα κλπ. Η πράξη τους αυτή έμεινε στην ιστορία με το όνομα "βανδαλισμός" και από τότε έτσι ονομάζεται κάθε καταστροφή μνημείων πολιτισμού. Μετά τις καταστροφές τους οι Βάνδαλοι εγκαταστάθηκαν στη Ρώμη. Αρκετοί ασπάστηκαν τον Αρειανισμό.
Τελικά οι Βάνδαλοι νικήθηκαν από τον αυτοκράτορα του Βυζαντίου Ιουστινιανό. Ο στρατηγός του Βελισάριος αποβιβάστηκε κοντά στην Καρχηδόνα δύο φορές, οπότε ο αρχηγός τους Γελίμερος αναγκάστηκε να παραδοθεί το 534 μ.Χ. Τα υπολείμματα των Βανδάλων ανακατεύτηκαν με άλλες φυλές της Βόρειας Αφρικής (Βέρβερους κ.ά.) και σιγά - σιγά εξαφανίστηκαν. Αρκετοί από τους αιχμαλώτους του Βελισάριου κατατάγησαν στον αυτοκρατορικό στρατό και αφομοιώθηκαν μέσα στην πολυεθνική Βυζαντινή αυτοκρατορία.
Thursday, August 30, 2007
Βαλκανικη συμμαχια.
Subscribe to:
Post Comments (Atom)
1 comments:
Σχετικο ποστ.
Post a Comment