Monday, July 9, 2007

100 χρονια μοναξιας.

donald


Ο Αουρελιανο δεν ειχε ποτε μεγαλυτερη διαυγεια σε καμιαν αλλη πραξη της ζωης του
απο την στιγμη που ξεχασε τους νεκρους του, τον πονο των νεκρων του και καρφωσε
ξανα τις πορτες και τα παραθυρα με τους σταυρους της Φερναντα,
για να μην αφησεινα τον ενοχλησει κανενας πειρασμος του κοσμου,
γιατι τοτε ηξερε πια πως στις περγαμηνες του Μελκιαδες ηταν γραμμενο το πεπρωμενο του.


Τις βρηκε ανεπαφες, αναμεσα στα προ'ι'στορικα φυτα και στις λιμνουλες που αχνιζαν και στα φωτεινα εντομα, που ειχαν εξαφανισει απο το δωματιο καθε ιχνος απο το περασμα
του ανθρωπου πανω στη γη και δεν ειχε την ηρεμια να τις βγαλει στο φως, παρα εκει μεσα, ορθιος, χωρις την παραμικρη δυσκολια, λες και ηταν γραμμενες στα ισπανικα, μες στην εκτυφλωτικη λαμψη του μεσημεριου αρχισε μεγαλοφωνα να τις αποκρυπτογραφει.


Ηταν η ιστορια της οικογενειας, γραμμενη απο τον Μελκιαδες, με τις παραμικρες λεπτομερειες εκατο χρονια πριν.Την ειχε γραψει στα σανσκριτικα, που ηταν η μητρικη του γλωσσα, κι ειχε κρυπτογραφησει τους ζυγους στιχους με τον προσωπικο κωδικα του αυτοκρατορα Αυγουστου και τους μονους με τους στρατιωτικους κωδικες των Λακεδαιμονιων.

Η τελικη προφυλαξη, που ο Αουρελιανο ειχε αρχισει να υποπτευεται οταν αφεθηκε να παρασυρθει απο τον ερωτα της Αμαραντα Ουρσουλα, βασιζοταν
στο οτι ο Μελκιαδες δεν ειχε ταξινομησει τα γεγονοτα στο συμβατικο χρονο των ανθρωπων, αλλα ειχε συγκεντρωσει τα καθημερινα επεισοδια ενος αιωνα με τετοιο τροπο ωστε ολα να συνυπαρχουν την ιδια στιγμη.
Γοητευμενος απο την αποκαλυψη, ο Αουρελιανο διαβασε μεγαλοφωνα, χωρις να πηδαει σειρες, τις τραγουδιστες εγκυκλιους, που ο ιδιος ο Μελκιαδες ειχε βαλει τον Αρκαδιο ν'ακουσει και που στην πραγματικοτητα ηταν η προφητεια της εκτελεσης του και συναντησε την αναγγελια της πιο ομορφης γυναικας του κοσμου, που ανεβαινε ψυχη τε και σωματι στον ουρανο, και γνωρισε την καταγωγη των ορφανων διδυμων, που εγκατελειψαν την προσπαθεια να αποκρυπτογραφησουν τις περγαμηνες, οχι μονο απο ανικανοτητα και επιπολαιοτητα αλλα γιατι οι προσπαθειες τους ηταν προωρες.


Σ'αυτο το σημειο, ανυπομονωντας να γνωρισει τη δικη του καταγωγη, ο Αουρελιανο πηδηξε μερικες σελιδες.
Τοτε αρχισε να φυσαει ο ανεμος χλιαρος, διστακτικος, γεματος απο φωνες του παρελθοντος, μουρμουρητα παλιων γερανιων, αναστεναγμους απογοητευσης, πιο παλιους κι απ' τις μεγαλες νοσταλγιες.
Δεν το προσεξε, γιατι εκεινη τη στιγμη ανακαλυπτε τις πρωτες ενδειξεις της δικης του υπαρξης,σ' ενα λαγνο παππου, που αφεθηκε να τον παρασυρει η επιπολαιοτητα,
μεσα απο τις παραισθησεις, αναζητωντας μια ομορφη γυναικα, που δεν θα τον εκανε ευτυχισμενο.

Ο Αουρελιανο τον αναγνωρισε, ακολουθησε τα κρυφα μονοπατια της καταγωγης του και βρηκε τη στιγμη της ιδιας του της συλληψης αναμεσα στους σκορπιους και στις κιτρινες πεταλουδες, σ'ενα μπανιο, το ηλιοβασιλεμα, οπου ενας μηχανικος ικανοποιουσε τη λαγνεια του με μια γυναικα που του δινοταν απο ανυπακοη.
Ηταν τοσο απορροφημενος που δεν ακουσε ουτε τη δευτερη ριπη του ανεμου, που η κυκλωνικη του δυναμη εβγαλε τις πορτες και τα παραθυρα απο τους μεντεσεδες, πηρε την στεγη της ανατολικης πτερυγας και ξεριζωσε τα θεμελια.

Τοτε μονο ανακαλυψε πως η Αμαραντα Ουρσουλα δεν ηταν αδελφη του, αλλα θεια του και πως ο Φρανσις Ντρεικ ειχε επιτεθει στη Ριοτσα μονο και μονο για να μπορεσουν εκεινοι να βρουν ο ενας τον αλλον στους πιο πολυπλοκουςλαβυρινθους του αιματος, ωσπου να φερουν στον κοσμο το μυθολογικο ζωο που θα εβαζε τερμα στην γενια τους.

Το Μακοντο ηταν πια ενας φοβερος ανεμοστροβιλος απο σκονη και χαλασματα, που τα στριφογυριζε η οργη του βιβλικου τυφωνα, οταν ο Αουρελιανο πηδηξε εντεκα σελιδες για να μη χασει την ωρα του με πολυ γνωστα του περιστατικα, κι' αρχισε να αποκρυπτογραφει τη στιγμη που ζουσε, αποκρυπτογραφωντας οσο το ζουσε, προφητευοντας στον ιδιο του τον εαυτο τη στιγμη που θα αποκρυπτογραφουσε την τελευταια σελιδα των περγαμηνων, λες και τον εβλεπε σ'εναν καθρεφτη που μιλουσε.

Τοτε προχωρησε ακομα λιγο, για να προλαβει τις προφητειες και να επαληθευσει την ημερομηνια και τις περιστασεις του θανατου του.
Ωστοσο, προτου φτασει στον τελευταιο στιχο ειχε καταλαβει πως δεν θα εβγαινε ποτε απο εκεινο το δωματιο, γιατι η πολη με τους καθρεφτες ('η τους αντικατοπτρισμους)
ηταν προορισμενη να σαρωθει απο τον ανεμο και να εξοριστει απ' τη μνημη των ανθρωπων τη στιγμη που ο Αουρελιανο Μπαμπιλονια θα τελειωνε την αποκρυπτογραφηση των περγαμηνων κι ολα οσα ηταν γραμμενα σ'αυτες ηταν ανεπαναληπτα απο αμνημονευτων χρονων και για παντα, γιατι οι γενιες οι καταδικασμενες σε εκατο χρονια μοναξια δεν ειχαν δευτερη ευκαιρια πανω στη γη.




Γκαμπριελ Γκαρσια Μαρκες.






ΥΓ: αυτες ειναι οι δυο τελευταιες σελιδες του βιβλιου.



1 comments:

Donald said...

πολλα χρονια βρε παιδι μου.