Saturday, December 22, 2007

Κειμενο.

Ελα ρε εισαι σοβαρος?
-ναι σου λεω ρε μαλακα η δικια σου μου το ειπε
Τι δηλαδη σου ειπε μωρε?
-μα ποσες φορες πρεπει να στο πω, μου ειπε οτι της αρεσει ο Νικος Αλιαγας.
Ο Νικος Αλιαγας ? μα καλα που τον βρηκε αυτον?
-δεν τον βρηκε ρε ουφο , απλα οτι της αρεσει μου ειπε.
Δηλαδη εγω τωρα , πρεπει να γινω σαν τον Νικο Αλιαγα?
-και γιατι να πρεπει να γινεις σαν τον Αλιαγα?
Μα αφου αυτος αρεσει στην γκομενα μου.
-ποια γκομενα σου ρε μαλακα , εχετε χωρισει κατι χρονια.
Ε , και τι σημαινει αυτο? Οτι δεν ειναι γκομενα μου πια?
-ρε ουφο, παρτο χαμπαρι , η γυναικα εχει φυγει εδω και χρονια.
Ποια χρονια ρε φιλε , πριν απο λιγες μερες μιλουσαμε στο τηλεφωνο.
-και τι σου ελεγε?
Μου ελεγε οτι ακομα με αγαπαει, οτι μονο εμενα σκεφτεται, κατι τετοια ρε φιλε.
-ρε μαλακα τι ακομα σε αγαπαει, σε δουλευει η γκομενα.
Με δουλευει? Μα καλα τοσα χρονια με δουλευει?
-τι να σου πω τωρα, εγω απο σενα το μαθαινω οτι σε πηρε τηλεφωνο.
Ναι ρε φιλε, μιλησαμε με τις ωρες.
-και τι λεγατε τοσες ωρες, που δεν το ειχατε πει ολα τα χρονια που ζουσατε μαζι?
Να σου πω την αληθεια κι εγω μπερδευτικα λιγο.
-γιατι?
Μου τα ελεγε καπως περιεργα τα πραγματα, μια ετσι μια αλλιως.
-δηλαδη? δηλαδη?
Εκει που μου ελεγε οτι ακομα με αγαπαει, εκει αρχιζε να με βριζει.
-και εσυ τι εκανες?
Τι να κανω? Την εβριζα κι εγω.
-καλα εσυ γιατι την εβριζες?
Αφου στο εχω πει ρε μαλακα, εγω ακομα την αγαπαω αυτην.
-και την εβριζες επειδη ακομα την αγαπας?
Ναι.
-τι να πω τωρα, με εχετε μπερδεψει εσεις οι δυο.
Εγω την βριζω για ολες τις μαλακιες που εχει κανει αυτα τα χρονια.
-κι αυτη γιατι σε βριζει?
Για τις μαλακιες που εκανα οταν ειμαστε μαζι.
-μα καλα τωρα τις θυμηθηκε?
Ξερω γω ρε φιλε , ειναι τρελες αυτες οι γυναικες.
-κι εσυ ρε μαλακα , τι καθεσαι ακομα και παιδευεσαι μαζι της?
Μα σου ειπα ρε φιλε, εγω ακομα την αγαπαω.
-τοτε γιατι οταν εισασταν μαζι εκανες ολες εκεινες τις μαλακιες?
Μα τοτε δεν ηξερα οτι την αγαπαω, μετα το καταλαβα.
-εισαι κι εσυ ρε μαλακα, πολυ μαλακας να πουμε.
Ενταξει ρε φιλε τι να κανω τωρα, τα εκανα τα λαθη μου.
-τωρα τι να κανεις, τωρα παει εφυγε, εξαλλου της αρεσει ο Νικος Αλιαγας ειπαμε.
Ποιος Αλιαγας μωρε, ενας αλλος Νικος την πηδαει τωρα, σε δουλευε.
-αλλος Νικος? Ποιος Νικος?
Ο Νικος ο Φραγκας.
-ποιος ειναι αυτος ρε μαλακα?
Ο Νικος Φραγκας ρε φιλε, ενας φραγκατος.
-και που τα βρηκε τα φραγκα αυτος ο τυπος?
Πεθανε ο πατερας του και του αφησε ενα χωραφι στο χωριο.
-και?
Ε τι και? ...αυτος το πουλησε και το παιζει στην Αθηνα , επιχειρηματιας τωρα.
-και αυτος σου πηδαει την γκομενα σου τωρα ρε φιλαρακι?
Ναι , αυτος.
-και εσυ που το ξερεις?
Η ιδια μου το ειπε , οταν με πηρε τηλεφωνο.
-η ιδια σου το ειπε?
Ναι η ιδια, δεν ηθελε λεει να μου το ελεγε κανενας ξενος.
-και ετσι στο ειπε η ιδια. Και εσυ τι εκανες τοτε?
Την εβρισα.
-γιατι την εβρισες?
Για τις μαλακιες που κανει.
-λοιπον εσας τους δυο δεν μπορω να σας καταλαβω.
Τι να καταλαβεις ρε φιλε, απλα πραγματα, την πηδαει ο Νικος τωρα.
-ο Νικος Φραγκας ε?
Ναι ο Νικος ο Φραγκας.
-παλι καλα, θα μπορουσε να την πηδαει ο Αλιαγας και τοτε τι θα εκανες.
.
.
.
.
Δια Ταυτα.
.
.
.
.
Αναμεσα μας υπαρχουν
καμποσα περαστικα κορμια
και κατι χρονια
μεγαλης μοναξιας
που δεν ξεχνιουνται.
Το ξερω, πως οτι αρχιζει τελειωνει
Το ξερω πως η ευτυχια δεν κρατα πολυ
Τα ξερω ολα αυτα,
τα σπουδαια και τ'αληθινα.
Μονο κατι μικρο θελω να σου πω...
οταν αρχιζει ενας κυκλος πρεπει να κλεινει,
να μην μενει ατελειωτος και ανοικτος.
Γιατι τοτε τα πραγματα χανουν το νοημα τους
και η ομορφια αλλαζει σε ασχημια
και τ'αληθινα γινονται ψευτικα.
Ανοικτος κυκλος
σημαινει ατελειωτος χρονος,
συναισθημα αφημενο στην ληθη
που καποια στιγμη
θα σου ξανακτυπησει την πορτα.
Και παλι
θα πιαστεις να λες ψευτικα λογια
και παλι
θα βρεθεις αναμεσα σε περαστικα κορμια
να γευεσαι ανοστους χυμους.
Θα προσπαθησεις ακομα και δερμα ν'αλλαξεις
προκειμενου να ξεχασεις
το απλο φιλι που σου χαριζε ευτυχια.
Ακομα και τ'ονομα σου θα αλλαξεις
προκειμενου να ξεχασεις
τα ματια που σ'αγαπουσαν.
Ο χρονος θα σου δωσει την δικαιολογια
να πεις οτι ξεχασες,
μα ποτε δεν θα ξεπερασεις
το χαμογελο που σου χαριζε ευτυχια.
Αυτο που καποτε κορο'ι'δευες,
τελικα θα το αναζητησεις
και τοτε θα νοσταλγησεις
εκεινη την απλη στιγμη.
Αναμεσα μας...
υπαρχει ενας κυκλος που δεν εκλεισε.
.
.
.
Τουτεστιν...
.
.
.
Οι γυναικες
ειναι το μεγαλυτερο μυστηριο που συναντησα στην ζωη μου.
Δεν θα μπορεσω ποτε να τις καταλαβω.
.
.
Women are the greatest mystery of all.
I will never understand them.
.
.
Κατσε να το γραψω και κινεζικα
μην τυχον υπαρχει κανενας κινεζος...
που εχει βγαλει ακρη.
.
Τσινγκ τσονγκ
τσιαουα τσονγκ τσουνγκ
τσινγκ τσινγκ Γυναικα
τσιαου μαο.
.
.

Monday, October 22, 2007

Στον κόσμο του Gibson.

Στον κόσμο του Gibson, η ατομικότητα έχει αδειαστεί στα μέσα τον κόσμου, και από το ένα βιβλίο στο άλλο οι χαρακτήρες κινούνται σαν άδεια σάρκινα δοχεία αναζητώντας απελπισμένα φορτίο στην ερημιά, είναι εκτοπισμένες ψυχές που ποθούν την υπερβατική εμπειρία, αλλά μοιράζονται μια υποβόσκουσα παράλυση. Ο Gibson, προσθέτοντας στον ερημότοπο, μια από τις δυνατότερες εικόνες της ε.φ., τεχνολογικό εξοπλισμό, ονόματα προϊόντων, ιαπωνικές εταιρείες και. άγριους δρόμους, με παραστατική, ρευστή πρόζα, δημιούργησε το οριστικό κυβερνοπάνκ βιβλίο. Το κενό της «ερημιάς» διαπερνά στο τέλος τα «πράγματα» του κόσμου, δημιουργώντας την αίσθηση πως είναι τελικά μάταια.

Έχοντας πλέον όνομα, «ιδεολογία» και αισθητική, το νέο κίνημα δημιουργεί εκ των υστέρων την προϊστορία του υιοθετώντας πολιτιστικά έργα τον παρελθόντος ως στοιχεία που βοήθησαν στο σχηματισμό του. Χαρακτηριστικό παράδειγμα ο «Συνοπτικός Οδηγός του Κυβερνοπάνκ» του συγγραφέα ε.φ. Richard Cadrey (Metrophage, 1988), που συμπεριλαμβάνεται στο βιβλίο Storming the Reality Studio' Α Casebook of Cyberpunk and Postmodern Science Fiction (1992), που επιμελήθηκε o Λάρυ ΜακΚάφερυ. Όπως ο Brian Aldiss τοποθετεί τον Φρανκενστάιν (1818) της Mary Shelley στη βάση της ε.φ., έτσι και ο κατάλογος του Cadrey ξεκινά μ' αυτό: η ανακύκλωση των μελών του σώματος, η δημιουργία ζωής (ή τεράτων), η εκδίκηση, η επική καταδίωξη, ο ιδιοφυής επιστήμονας που δουλεύει στο περιθώριο του νόμου, ολόκληρο το βιβλίο θεωρείται μια μεγάλη συλλογή μοτίβων και κλισέ της ε.φ. Επίσης, η σχιζοφρενική αντιμετώπιση της επιστήμης είναι παρόμοια μ' εκείνη της μεταμοντέρνας κουλτούρας.

Στον ίδιο κατάλογο αναφέρεται ο Ντάσιελ Χάμμετ (Red Harvest, 1929), ο Raymond Chandler (Ο Μεγάλος 'Ύπνος, 1939), o Alfred Bester (Το Πεπρωμένο μου Είναι τα Αστρα, 1955), τα βιβλία του W. Burroughs, του Marshall MacLuhan και του Tόμας Πύνσον, αλλά και το Κουρδιστό Πορτοκάλι (1962, Anthony Burgess), δίσκοι όπως αυτοί των Velvet Underground, των Can, της Patti Smith και των Sex Pistols, και ταινίες όπως το Dawn of the Dead (1978, George Romero), το Videodrome (1983, David Cronenberg) και η τηλεοπτική σειρά Μax Headroom.

Στον ακαδημαϊκό χώρο, το βιβλίο Τhe Postmodern Condition (1979) του Ζαν-Φρανσουά Λυοτάρ μπορεί να θεωρηθεί το κατεξοχήν φιλοσοφικό σχεδιάγραμμα του κυβερνοπάνκ. Ποια θα είναι η αντίδραση στην τάση επικράτησης των κομπιούτερ στις κοινωνικές δομές;

Πώς θα αποφευχθεί η δυστοπική προοπτική ενός παγκοσμίου πληροφοριακού μονοπωλίου; Ο Λυοτάρ έχει την αισιόδοξη άποψη πως η ικανότητα της επιστήμης για αλλαγή, καινοτομία και ανανέωση θα καταρρίψει τελικά το καταπιεστικό σύστημα που την χρηματοδοτεί.

Ακόμη, ο Γάλλος κοινωνιολόγος Ζαν Μπωντριγιάρ στο βιβλίο του Sirnulations (1983) οργιάζει σ' έναν λαβύρινθο επιστημολογικών διλημμάτων, προσομοιώσεων εμπειριών και επιθυμιών, αναπτύσσοντας την έννοια του «simulacrum» - του αντιγράφου χωρίς πρωτότυπο - δημιουργώντας ένα σημαντικό ορόσημο στη μεταμοντέρνα κουλτούρα. Κατορθώνει να δώσει την εντύπωση πως πίσω από τους νεολογισμούς και την πολύπλοκη ρητορική του έχει αγγίξει κάτι πραγματικό μέσα από τις νεφελώδεις αφαιρέσεις του μεταμοντερνισμού, χρησιμοποιώντας ως σημεία αναφοράς την Disneyland' τον Ρήγκαν και άλλες οικείες μορφές-σύμβολα της σύγχρονης αμερικανικής ζωής.

Πιο ενδιαφέρον απ' όλα, όμως, ίσως είναι. το δοκίμιο του Fredric Jameson «Ρostmodernism, or the Cultural Logic of Late Capitalism», πού δημοσιεύτηκε στο τεύχος Ιουλίου-Αυγούστου 1984 του περιοδικού New Left Review. Θεωρείται η σαφέστερη και πειστικότερη περιγραφή των βασικών στοιχείων του μεταμοντερνισμού. Οι προτάσεις του Jameson, πολλές από τις οποίες έχουμε ήδη αναφέρει (η αγάπη για το κολλάζ και το pastiche, η έμφαση στην «επιφάνεια» έναντι, του «βάθους», η εσκεμμένη προβολή της υπερπληροφόρησης και των συμβόλων χωρίς αναφορά - που κάνουν τα άτομα ανίκανα να τοποθετηθούν φυσικά και ψυχολογικά - η παράξενη «ευφορική» αντίδραση απέναντι στην αισθητηριακή υπερφόρτιση, η έλλειψη συναισθήματος, η νοσταλγία) ταιριάζουν απόλυτα στη θεματολογία και τις στιλιστικές τάσεις του κυβερνοπάνκ.

Η Βίβιαν Σόμπτσακ, στο τελευταίο κεφάλαιο του βιβλίου της The American Sciense Fiction Film (1987) ακολουθεί τη συλλογιστική αυτή προβλέποντας μάλιστα. έναν «μεταφουτουρισμό». Το 1991 ο Jameson ανέπτυξε τις προτάσεις του στο βιβλίο Postmodernism, διατυπώνοντας την άποψη πως το κυβερνοπάνκ είναι η ανώτερη λογοτεyνική έκφραση «αν όχι του μεταμοντέρνου, τότε του ίδιου του τελευταίου σταδίου του καπιταλισμού».

Τελικά, αυτό το «τελευταίο στάδιο τον καπιταλισμού», η σημερινή μεταβιομηχανική κοινωνία με τη φαινομενική έλλειψη αντιτιθέμενων κοινωνικών πρακτικών σε εφαρμοσμένο επίπεδο, συνεχίζει να αναζητά το εργαλείο έρευνας και ανάλυσής του. Η μεταμοντέρνα κοινωνική θεωρία φαίνεται να έχει μεγάλα περιθώρια εξέλιξης σε κάτι. καινούριο, πιο θετικό και ολοκληρωμένο.

Παράλληλα, ξέρουμε ότι τα διάφορα κινήματα που εμφανίζονται στο χώρο της αισθητικής δεν είναι ξεκάρφωτα' έχουν μια συνέχεια, ακολουθούν μια εξελικτική

Wednesday, October 3, 2007

Το ταξιδι ανατολικα.

Το ταξίδι ανατολικά από το Φιγκουέρας ώς το Καντακές, περνά μέσα από ένα απέραντο ανοιχτό χώρο που, με τον ουρανό και τους μικρούς λόφους του, διακρίνεται στους πίνακες του Νταλί (της δεκαετίας του 1930) «Ισπανία» και «Μαλακή κατασκευή με βραστά φασόλια (προαίσθημα Εμφύλιου Πολέμου)».

Για τον Νταλί, είναι το τοπίο της Λα Μάντσα όπου περιπλανιόταν, μέσα στην τρέλα του ο Δον Κιχώτης, ένας ξερός, σκονισμένος τόπος όπου ο καλλιτέχνης βλέπει να διαδραματίζεται η τραγωδία της Ισπανίας. Το σημαντικό όμως το βλέπεις, όταν κατεβαίνεις στο Καντακές. Ο,τι άλλο αν είναι ο Νταλί, είναι κύρια ο τοπιογράφος της Ισπανίας. Η επίμονη επανεμφάνιση των βράχων και των γκρεμών της μοναδικής αυτής ακτής, ριζώνει την τέχνη του σε ένα πραγματικό, φυσικό πλαίσιο μνήμης και επιθυμίας. Μαζεύω το κέλυφος ενός κάβουρα από μια λιμνούλα στο Καντακές και κοιτάζοντας το πορτρέτο του Πολ Ελυάρ που έχει ζωγραφίσει ο Νταλί, αναγνωρίζω ότι μια λεοντοκεφαλή του πίνακα βασίζεται ακριβώς στο σχήμα ενός τέτοιου υπολείμματος.

Ο Φρόιντ συνέκρινε τη μέθοδό του με αυτή του αρχαιολόγου που σκάβει και ανακαλύπτει σε στρώματα, το ένα κάτω από το άλλο, θαμμένο στο παρελθόν, όλα ταυτόχρονα υπάρχοντας στο ίδιο μυαλό. Τούτο αναπαριστά και την υπερρεαλιστική τέχνη. Στους πίνακες του Μαξ Ερνστ με τα στίφη βαρβάρων, τα άγρια δάση και τις χαμένες πόλεις, έχεις αυτή την αρχαιολογική αίσθηση της συνύφανσης, όπως την έχεις και στις μελαγχολικές κλασικές πόλεις του Τζιόρτζιο ντε Κίρικο, όπου πάντα υπάρχει μια νεκρή στιγμή στο μεσογειακό απομεσήμερο.

Ο υπερρεαλισμός είναι για τον χρόνο. Για την αινιγματική, αόριστη φύση της μνήμης, για τη λιωμένη υφή της εμπειρίας. Τα βράχια του Καντακές δεν είναι μόνο βιομορφικά σχήματα στην απόσταση αλλά, από κοντά, υφή σε στρώσεις. Τα βράχια αυτά είναι απομεινάρια ενός τεράστιου ρεύματος λάβας που τινάχτηκε από κάποιο αρχαίο ηφαίστειο. Κυλώντας από βορρά προς νότο, ο άσπρος φλογερός ποταμός κατακάθισε, σε στρώματα που πήχτηκαν και στερεοποιήθηκαν κατά μήκος της ακτής. Τα λιωμένα ρολόγια του Νταλί λένε τον χρόνο της γης, στη ρευστότητά του.

Ψάχνω το κέλυφος που μάζεψα από τη θάλασσα του Καντακές κι ένα θαλάσσιο σκαντζοχοιράκι το οποίο ίσως σχετίζεται με εκείνο στο ξυρισμένο κεφάλι του Νταλί, σε μια φωτογραφία όπου μοιάζει με μοϊκανό. Ομως όταν έφτασα πια στο σπίτι μου, είχαν γίνει σκόνη μες στην τσάντα μου. Ο Υπερρεαλισμός, όπως τον βιώνουμε σήμερα, είναι η σκόνη, τα κομμάτια της τελευταίας, μεγάλης επαναστατικής τέχνης στην Ευρώπη.

Σκαρφαλώνω στα βράχια που σκεπάζουν την ακτή του Καντακές στη βορειοανατολική Ισπανία. Μοιάζουν με λιωμένα κομμάτια ψωμί βουτηγμένα σε μια σούπα από θαλασσινό νερό. «Υπερρεαλιστικό» είναι μια λέξη που εύκολα λέμε σήμερα αφού έχει περάσει ένας αιώνας από τότε που τη σμίλεψε ο ποιητής Γκιγιόμ Απολινέρ. Ομως, αν υπάρχει ένας τόπος στον κόσμο που να δίνει ένα ακριβές και ιστορικό νόημα στις λέξεις «υπερρεαλιστικό» και «υπερρεαλισμός», αυτός βρίσκεται ανάμεσα σε τούτα τα βράχια. Σκαρφαλώνοντάς τα, μπαίνεις σ' ένα παραμορφωμένο κόσμο κατοικημένο από μικροσκοπικά τέρατα.
Θωρακισμένα ασπόνδυλα όντα σέρνονται, μέσα κι εξω από το νερό, σε άμορφους σχηματισμούς. Βάζω το χέρι μου για να πιάσω ένα κοχύλι και νιώθω τα δάχτυλά μου να χτυπούν, οι πορτοκαλιές δαγκάνες ενός κάβουρα.

Μπορεί κανείς να διαβάσει στους πυριγενείς αυτούς σχηματισμούς όπως ξεδιπλώνουν το γεωλογικό τοπίο της Καταλωνίας, ολόκληρη την ιστορία του Υπερρεαλισμού, από τα κολάζ του Μαξ Ερνστ, ώς τον Αστακό-Τηλέφωνο του Σαλβαντόρ Νταλί. Κάθομαι στην άκρη ενός χαραγμένου βράχου. Αν έπεφτα, θα έβρισκαν άραγε τον σκελετό μου σαν τα κόκαλα των τεσσάρων νεκρών επισκόπων στην «Εποχή του χρυσού», την υπερρεαλιστική ταινία που γύρισε εδώ, το 1930, ο Λουίς Μπουνιουέλ; Τα βράχια αυτά είχε δείξει πριν από χρόνια, στον Μπουνιουέλ, ο φίλος του από το κολέγιο Σαλβαντόρ Νταλί. Εδώ έγραψαν το σενάριο της σκανδαλώδους ταινίας τους «Ενας Ανδαλουσιανός σκύλος». Ο Νταλί ήταν από το Φιγκουέρας, της πεδιάδας Αμπουρδάν, πέρα από τα βουνά που κυκλώνουν το Καντακές, εδώ όμως πέρασε τα παιδιά του καλοκαίρια, εξερευνώντας τις λιμνούλες μες στα βράχια και βασανίζοντας τα θαλασσινά πλάσματα.

Στα μάτια των περισσότερων ανθρώπων είναι ένα όμορφο μεσογειακό τοπίο· και σίγουρα ήταν όμορφο στα μάτια του στενού φίλου του Νταλί, ποιητή Φεντερίκο Γκαρσία Λόρκα, που ο Νταλί τον έφερε εδώ στη δεκαετία του 1920. Στην «Ωδή στον Σαλβαντόρ Νταλί», ο Λόρκα υμνεί την αντανάκλαση του φεγγαριού, στον μικρό, ήσυχο κόλπο. Η ευαισθησία όμως του Μπουνιουέλ και του Νταλί ήταν πιο κοινή. Οταν έγραφαν το σενάριό τους εδώ, θυμήθηκαν το ποίημα του Λόρκα και το σνομπάρισαν. Στις αρχικές σκηνές της ταινίας που οραματίζονταν, ένα μικρό άσπρο σύννεφο, περνάει μπροστά από μια γεμάτη σελήνη· ένα ωραίο νυχτερινό. Αμέσως μετά έρχεται ένα ξυράφι που κόβει τον βολβό ενός ματιού.

Καθισμένος σε αυτά τα βράχια, φαντάζομαι τον Νταλί και τον Μπουνιουέλ κάτω στην ακρογιαλιά κοιτάζοντας το φεγγάρι πάνω στο νερό και σνομπάροντας ό,τι υποβάθμιζαν ως ποίηση του Λόρκα. Οι δύο τους, τελικά, γύρισαν τον «Ανδαλουσιανό σκύλο», στο Παρίσι και το έργο τους, θαυμάζεται έως σήμερα ως η πιο τολμηρή 17λεπτη ταινία στην ιστορία του κινηματογράφου. Ακριβέστερα, από την εναρκτήρια σκηνή του κοψίματος του ματιού, έως τις σκηνές με τους παπάδες και του ποδηλάτη ντυμένου ως μικρή Ολλανδέζα, είναι πολύ αστεία ταινία. Οχι απλά διασκεδαστική, αλλά έξαιρετικά αστεία φέρνοντας γέλια. Αλλωστε, ο Νταλί δεν έβλεπε να υπάρχει χάσμα μεταξύ της αβάν γκαρντ και του μαζικού πολιτισμού. Μπορούσε να προβάλει με τόση ευφυΐα τα όνειρά του ώστε γοήτευσε όλους τους σκηνογράφους, συμπεριλαμβανομένων και του Χόλιγουντ, όπου και εργάστηκε με τον Αλφρεντ Χίτσκοκ ακόμη και τον Ουόλτ Ντίσνεϊ. Σχεδίασε καναπέδες σε σχήμα χειλιών που είναι τώρα από τα κυριότερα εκθέματα της έκθεσης «Υπερρεαλιστικά πράγματα: Υπερρεαλισμός και Ντιζάιν» στο Μουσείο Αλβέρτου και Βικτωρίας στο Λονδίνο· κι ακόμη δημιούργησε ένα ολόκληρο δωμάτιο με τα έπιπλα διαρρυθμισμένα έτσι ώστε το σύνολο να μοιάζει με το πρόσωπο της Μάε Γουέστ. Τίποτα από αυτά δεν συνιστούσαν προδοσία του Υπερρεαλισμού, όπως τον κατηγόρησαν ο Μπρετόν και οι ομοϊδεάτες του, αφού τον εκδίωξαν από το κίνημα επειδή ο Νταλί είχε ομολογήσει ότι τον γοήτευε ο Χίτλερ. Ο υπερρεαλισμός ήταν η απόπειρα να απελευθερωθεί το «θαύμα» μέσα στην καθημερινή ζωή. Ο Νταλί ως έξυπνος άνθρωπος είδε ότι τούτο συνδέεται άμεσα με την αρχιτεκτονική, η οποία και σχηματίζει το περιβάλλον εντός του οποίου περνάμε την καθημερινή μας ζωή.

Σε τούτο ήρωάς του ήταν ο αρχιτέκτονας Αντόνι Γκάουδι. Στο Φιγκουέρας βλέπει κανείς την επιθυμία του Νταλί να δημιουργήσει ένα ολότελα φανταστικό περιβάλλον, όπως το Κάζα Μπατλό του Γκάουδι. Αυτό είναι και το Αστακός - Τηλέφωνο, το Δωμάτιο Μάε Γουέστ, η αντικατάσταση της πραγματικότητας με τη φαντασία, όπως το επεχείρησε ο Γκάουδι στην αρχιτεκτονική. Ο Νταλί το έκανε με έναν τρόπο που ο καθένας μπορούσε να καταλάβει. Γι' αυτό και γρήγορα οι σχεδιαστές άρχισαν να κάνουν υπερρεαλιστικά ρούχα και ο Σέσιλ Μπίτον να βγάζει υπερρεαλιστικές φωτογραφίες. Ο Νταλί τελικά ταξίδεψε πολύ μακριά από τον τόπο που τον γέννησε και μερικοί λένε ότι πούλησε τη ψυχή του στους Αμερικανούς. Αναζητώντας τα παιδικά του χρόνια, ανάμεσα στα βράχια της Καταλωνίας, είναι ακριβώς η προσπάθεια ανεύρεσης της αυθεντικής, υπερρεαλιστικής ψυχής.

Tuesday, September 18, 2007

Γωγω Μαστροκωστα.

Η Γωγώ Μαστροκώστα στο Pasha

H Γωγώ Μαστροκώστα είναι ίσως η πιο γνωστή celebrity γυμνάστρια στην Ελλάδα.
Η πάντα χαμογελαστή Γωγώ
διατηρεί πάντοτε ένα καλογυμνασμένο κορμί.